Έρχεται το τέλος της χρονιάς, με πλησιάζουν δύο σπουδαστές, τους οποίους εκτιμούσα ιδιαίτερα και εκτιμώ ακόμη, για να με αποχαιρετήσουν.
«Πως σας φάνηκε το μάθημα λοιπόν;» ρωτώ με ένα χαμόγελο.
«Ήταν πολύ καλή εμπειρία» μου απαντά ο Παναγιώτης. «αλλά μας αδικήσατε. Γιατί ξοδεύατε τόσο χρόνο με τους περίεργους μέσα στην τάξη; Αν δεν ήθελαν να βρίσκονται εκεί μπορούσαν να φύγουν. Δεν τους υποχρέωνε κανείς».
Αυτό το «μας αδικήσατε» το ακούω τώρα μέσα στα αυτιά μου, το νοιώθω στο στομάχι μου, τόσο καθαρά όσο και τότε. Γιατί είχαν δίκιο, όντως είχα την τάση να προσπαθώ να εμπλέκω όλους τους σπουδαστές στο μάθημα. Συνεχείς ερωτήσεις, συζήτηση, διάλογος ειδικά με τους «αντιδραστικούς», ίσως γιατί καταλάβαινα τη διαφορετικότητα, το πάθος και πολλές φορές και την ικανότητα που τους οδηγούσε σε αυτή τη συμπεριφορά.
Αυτό το πάθος όμως, η έντονη αντιπαράθεση μπροστά σε ένα ακροατήριο, μπορεί να πνίξει τη σιγανότερη φωνή με το μετρημένο επιχείρημα ή τον καλό ακροατή ο οποίος θα ενοχληθεί από αυτό που θα αντιληφθεί ως θόρυβο. Τους χάνεις, σταματούν να συμμετέχουν και γίνονται απλοί θεατές.
Ισορροπίες και όρια λοιπόν ώστε να μην αδικείται κανείς….